Στην Παράνοια, οι παραληρητικές ιδέες που εκφράζονται (δηλ. οι μη πραγματικές ιδέες) είναι συνήθως λογικοφανείς.
Το άτομο πιστεύει επίμονα ότι το επιβουλεύονται, ότι το κακολογούν συστηματικά, ότι το παρακολουθούν.
Ενδέχεται να νιώθει αφόρητη ζήλεια και να κατασκευάζει σενάρια πλεκτάνης και συνωμοσίας.
Δεν αποκλείεται να νιώθει πρόσωπο με διογκωμένη την αξία του στην κοινωνία ή και σε θρησκευτικά θέματα.
Όλα αυτά όμως χωρίς την οξύτητα και το έντονα εξωπραγματικό της σχιζοφρένειας.
Συμβαίνει συνήθως στη μέση ηλικία.
Δεν έχει συνήθως Εναισθησία. Δεν υπάρχει η συναίσθηση του προβλήματος και του παθολογικού και αυτό δυσχεραίνει τη θεραπεία. Συνήθως κρύβει τα συμπτώματα και όταν ξεχειλίζει από αυτά, τότε τα αποδίδει στους άλλους, σε υπονομεύσεις και σενάρια που διαμορφώνει. Έτσι μπορεί να χάσει χρόνο πολύτιμο από τον έλεγχο των συμπτωμάτων και να επιβαρύνει την πρόγνωση.
Το δράμα του παρανοϊκού είναι η ζωτική ανάγκη της ψυχικής του επιβίωσης με το να γαντζωθεί στον άλλον, όσο και εάν τον θεωρεί κακό.
Θεραπεία παράνοιας
- Η σχέση εμπιστοσύνης με τον θεραπευτή είναι το πρώτιστο.
- Μπορεί να χρειαστεί αντιψυχωτική φαρμακοθεραπεία ή και συνδυασμός με αντικαταθλιπτικά. Ο στόχος δεν είναι η καταστολή όπως το άτομο φοβάται αλλά η ομαλότερη νευροβιολογική λειτουργία που έχει διαταραχθεί.